Ἡ ἄρση δὲ τοῦ ἀέρος καὶ ἡ ὕψωσή του στὸ «Στῶμεν καλῶς...» ἢ ἡ ἀπὸ τὸν 16ο αἰ. μαρτυρούμενη παρατεταμένη ἀνάσεισή του πάνω ἀπὸ τὰ θεῖα δῶρα κατὰ τὸ Νεόφυτο, συμβολίζει τὸ σεισμὸ ποὺ συνέβη κατὰ τὴ σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.
«Ὁ Δεσπότης Χριστὸς θέλων νὰ φανερώσῃ τὴν ἁγίαν αὐτοῦ Ἀνάστασιν, μέγα σεισμὸν ἔκαμε, καὶ μετὰ τὸν σεισμὸν ἄνοιξεν ὁ Τάφος, καὶ ὑπὸ τοῦ φόβου οἱ φύλακες ἔφυγον, διὰ τοῦτο, ὅταν λέγεται ‘τὰς θύρας, τὰς θύρας’ κ.τ.λ. σηκώνεται ὁ ἀὴρ ὑπὸ τῶν ἱερέων καὶ σείουσιν αὐτὸν ἐπάνω τοῦ Τάφου, τοῦ Ἀρχιερέως ὑποκύπτοντος, καὶ ἀνοίγονται αἱ ἄνω θύραι καὶ σημαίνουσι τὴν ἄνοιξιν τοῦ Τάφου καὶ τὸν σεισμὸν καὶ τὴν τῶν φυλάκων φυγήν. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Ἀρχιερεὺς ὑποκύπτων, μὲ τὸν Χριστὸν συνθάπτεται, ἵνα μὲ αὐτὸν ἀναστῇ»
Κατ’ ἀρχὰς ἡ κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ἄρση τοῦ ἀέρος, τὴν ὁποίαν γνωρίζει καὶ ὁ Νεόφυτος, μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸν 15ο αἰ., ἐνῶ ἀρχικά, ὅπως εἴδαμε, γινόταν στὸ «Στῶμεν καλῶς...».
Ἡ παρατεταμένη δὲ ἀνάσειση ὀφείλεται μᾶλλον στὸ γεγονὸς ὅτι σύμφωνα καὶ μὲ τὴ διάταξη τοῦ διακόνου Ἰσιδώρου Πυρομάλη καὶ ἄλλες πηγὲς τοῦ 11ου αἰ. ὁ ἀέρας ἤρετο τρεῖς φορές· «Μετὰ τὸ σύμβολον αἴρεται τρίτον καὶ τρίτον ἀφαιρεῖται ἐκ τῶν ἁγίων δώρων τὸ κάλυμμα».
Ἡ εἰς τύπον τοῦ ἀποκυλισθέντος λίθου ἀπὸ τῆς θύρας τοῦ μνημείου ὕψωση τοῦ ἀέρα αὐτὴ τὴ στιγμή, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐκτενὴς ἀνάσεισή του πάνω ἀπὸ τὰ δῶρα ὁδήγησαν καὶ στὸ συμβολισμὸ τοῦ σεισμοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν μαρτυρεῖται παρὰ μόνο σὲ ὁρισμένα μεταβυζαντινὰ ὑπομνήματα τῆς θείας Λειτουργίας μὲ πρῶτο αὐτὸ τοῦ Μελετίου Συρίγου. Ἄλλοι κατὰ τὸν Νικόλαο Βούλγαρη «ἀλληγοροῦν ὅτι σείεται ἔτσι εἰς τὸν ἀέρα ὁ ἀέρας, εἰς τύπον ἀκόμη τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων ὁποῦ, ἢ ἀπὸ φιλαυτίαν ἄτακτον καὶ ἄμετρον ὑπερηφάνειαν, καθὼς δογματίζουσιν οἱ περὶ Θωμᾶν, ἢ ἀπὸ μίαν πνευματικὴν ἀκολασίαν, καθὼς οἱ περὶ Σκότον ὑποστηρίζουσιν, ἐκατάπεσαν ὡς ἀστραπὴ ἀπὸ τοὺς θρόνουςτους»
Σὲ κάθε ὅμως περίπτωση, σημειώνει ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας, τὸ ρεαλιστικὸ δεδομένο στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ὅτι «ἡ τοῦ ἀέρος ἀνάσεισις αὕτη οὐδὲν ἕτερον δέον νὰ ὑπενθυμίζῃ ἢ τὴν κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ ἀσπασμοῦ, παρατεινομένου ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις, καὶ τῆς ἀπαγγελίας τοῦ συμβόλου χρῆσιν τῶν ριπιδίων, ὑπὸ τῶν διακόνων πρὸς ἀπομάκρυνσιν τῶν ἱπταμένων ἐντόμων ἀπὸ τῶν δώρων. Ὁ τοιοῦτος ὅμως σκοπὸς ἐξυπηρετεῖται πλήρως καὶ διὰ τῆς κατὰ τὸν χρόνον τοῦτον παρατάσεως τῆς καλύψεως τῶν δώρων διὰ τοῦ ἀέρος».
Ἀέρας ἄλλωστε ὀνομάσθηκε ἀπὸ τὸ ὅτι ἀντικατέστησε τὰ ριπίδια. Ὅσον ἀφορᾶ τώρα τὴ συνήθεια νὰ σείεται ὁ ἀέρας πάνω ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τοῦ Ἀρχιερέως κατὰ τὴν ἀπαγγελίαν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, εἶναι κάτι ποὺ δὲν ὑφίστατο μέχρι τὸν 17ο αἰ.Ἡ πράξη παραπέμπει περισσότερο στὸ ἀρχαῖον ἔθος νὰ πίπτει στὸ κεφάλι τοῦ ἱερέως τὸ καταπέτασμα τὴν ὥρα τῆς ἀνάγνωσης τῆς πρώτης ἀπὸ τὶς τρεῖς τότε εὐχὲς τῶν πιστῶν Τὰ ἰσχύοντα σήμερα στὴν ἀρχιερατικὴ Λειτουργία, ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα αὐτό, τὸ νὰ σείεται δηλαδὴ ὁ ἀέρας ὑπὲρ τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἀρχιερέως, κατὰ τοὺς Μελέτιο Συρίγο, Νεόφυτο Μεταξά, Θεόφιλο Καμπανίας καὶ Κωνσταντίνο (Καισάριο) Δαπόντε, συμβολίζει ὅτι συνθάπτεται αὐτὸς μὲ τὸ Χριστὸ γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ μὲ Αὐτόν.
Κατὰ μίαν ἄλλην ἑρμηνεία, αὐτὴ τοῦ Παϊσίου Λιγαρείδη (1609-1678), ὁ ὁποῖος τὸ ἔτος 1641 συνέταξε ὑπόμνημα τῆς θείας Λειτουργίας «πρὸς βοήθειαν τῶν νεωτεριστῶν τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας», τὸ ὅτι ὁ Ἀρχιερεὺς ὑποκύπτει ὑπὸ τὸν ἀέρα «ὑπαινίττεται ὅτι καθάπερ τὸ σιναῖον τὸ ὄρος τοῦ Θεοῦ ἐρχομένου ἐκαπνίζετο καὶ ὑπέτρεμεν, τὴν παλαιὰν διαθήκην νομοθετοῦντος. Ὁ δὲ Μωϋσῆς ὑπὸ τῶν γνόφων ἱστίκει οὕτω καὶ τὴν καινὴν διαθήκην θεσπίζοντος τοῦ παναγίου Πνεύματος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Ἰωάννου ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ὁ ἀρχιερεὺς ὑπὸ τὸν ἀέρα Μωσέως δίκην ὑπότρομος γίνεται ἐν τῇ μυστικῇ ταύτῃ νυκτὶ τοῦ πάθους, καθ’ ἣν οὐ μόνον ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος καὶ οἱ περὶ αὐτόν, ἀλλὰ καὶ πᾶσα ἡ φύσις ἔστελλε καὶ ὑπέτρεμε ἢ καθὰ πάλαι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ τοὺς ἀμφιβόλους ἀγγέλους ἐστήριζε τοῖς πνευματικοῖς αὐτοῦ λόγοις»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου