[...]
— Φταῖμε κ’ ἐμεῖς οἱ δυό..., ξανάρχισε. Γιατί νὰ μὴν τὸν κρατήσωμε;
— Ἔλα τώρα, Διαμαντή. Εἶν’ ἀδύνατο, νὰ δίνωμε ἀκόμα λόγο γιὰ ἕνα ἀσυλλόγιστο λάθος, καϊμένε!
— Ναί, τὸ σκέφτηκα πολλὲς φορές. Γιατί δὲν κρατήσαμε τὸν Τρίκα, ὅταν πήγε νὰ τὴ χαλάση;
— Μὰ ἦταν χειροδύναμος! Κ’ ἔπειτα εἴμαστε παιδιά. Τί ξέρουν τὰ παιδιά;
— Δὲν εἶναι δικαιολογία... Ὅπως ἔγινε τὸ κακό, μποροῦσε νὰ γίνη τὸ καλό. Σκέψου ἄν, στὴ θέση αὐτοῦ τοῦ φόνου, εἴχαμε μιὰν ἀγαθή πρὰξη νὰ θυμηθοῦμε! Τί διαφορετικὸ πράμα! Σὲ ρωτῶ. Πές μου. Γιατί μιὰ κακὴ πράξη κι ὄχι μιὰ καλή;
Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Τὸ ἀθάνατο πουλί (απόσπασμα), Διηγήματα, 1927
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου