π. Θεμιστοκλής Στ. Χριστοδούλου, Δρ Θ.
Το «Μικρόν Απόδειπνον», αποτελείται από τρεις ψαλμούς που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 620D).
Επίσης το Σύμβολο της Πίστεως το: «Πιστεύω εις ένα Θεόν…» αποτελεί δείγμα της ευσέβειας (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 620D).
Το «Άξιον έστιν…» που φανερώνει ως ύμνος την σάρκωση του Θεού Λόγου από την Θεομήτορα Παναγία, την μεσίτρια του ανθρωπίνου γένους (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 155, 620D).
Η ικεσία των αγγέλων, το: «Άγιε Άγγελε ο εφεστώς…», η οποία καθίσταται αναγκαία, γιατί αυτοί είναι οι μεσίτες και οι βοηθοί του Θεού τους οποίους εισακούει ο Θεός σε ό,τι του ζητούν (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Το Τρισάγιον «Άγιος ο Θεός…» είναι αυτό με το οποίο ανοίγει και κλείνει το Μικρό Απόδειπνο και συμβολίζει την αρχή και το μέσο για την τελείωση του ανθρώπου (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Το δε «Κύριε, ελέησον», που παραγγέλλεται να εκφωνείται 40 φορές, συμβολίζει την αφιέρωση των ωρών της ζωής μας καθώς και των ημερών μας στον Θεό, ως αντίδωρο για την αγάπη Του προς εμάς (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Το «Κύριε, ελέησον» δωδεκάκις λέγεται για το δωδεκάωρο της νυκτός και της ημέρας (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Η ευχή στην Υπεραγία Θεοτόκο, το γνωστό: «Άσπιλε, αμόλυντε…» είναι ευχή παρακλητική και ικετευτική όλων των ανθρώπων για τα παρόντα, για τα χριστιανά τέλη και για τα μέλλοντα αγαθά (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Το δε «Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ…» είναι η επίκληση των ανθρώπων για να μας έχει η Παναγία κάτω από τη σκέπη των μητρικών πτερύγων της. Κι έτσι να μας προστατεύει και να μας φυλάει δια των πρεσβειών της προς τον Δεσπότη Χριστό και Θεό μας (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Η ευχή του ιερέως: «Ο Θεός οικτειρήσαι ημάς…» είναι για να μας ευσπλαχνισθεί ο Θεός και να μας συγχωρήσει για τα πολλά αμαρτήματά μας (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 621A).
Οι εκφωνήσεις του ιερέως έχουν σκοπό δυνητικό. Παρακαλεί ο ιερέας το Θεό με αιτήματα δικά του και του πιστού λαού όχι τόσο εξ αιτίας της αρετής και της σπουδής του, αλλά όπως δύναται ο Θεός. Για τον λόγο αυτόν λέει ο ιερέας: «Σου γαρ έστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα», «Ότι αγαθός και φιλάνθρωπος Θεός υπάρχεις…»(Μάρκου Ευγενικού, Μητροπολίτου Εφέσου, Εξήγησις της εκκλησιαστικής Ακολουθίας, Περί των του ιερέως εκφωνήσεων, βλ. Ιω. Φουντούλη, 5, σ. 126-127).
Η θεματολογία του Αποδείπνου
Η όλη θεματολογία της ακολουθίας του Αποδείπνου μπορεί να συνοψισθεί στις ακόλουθες γενικές γραμμές:
Α) Στην ανάγκη της δοξολογίας και ευχαριστίας του ανθρώπου που δέχθηκε καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας όλα τα αγαθά και τις ευεργεσίες του Θεού. Η ευχαριστιακή εκδήλωση εκ μέρους του ανθρώπου προς τον Θεό είναι επιτακτική ανάγκη και δηλώνει πράξη ευγνωμοσύνης. Έτσι, με το τέλος της ημέρας ο άνθρωπος αισθάνεται αυτήν την ανάγκη να ευχαριστήσει τον Θεό για την παρέλευσή της. Ευχαριστεί, λοιπόν, καρδιακά για το τέλος του ημερησίου κόπου και μόχθου και για τον επερχόμενο ύπνο που είναι δώρο κι αυτός του Θεού προς τον άνθρωπο.
Β) Το επερχόμενο σκότος αποτελεί μια καλή ευκαιρία για τον άνθρωπο να κάνει την περισυλλογή του. Πως και τι έκανε όλη την ημέρα; Πως και γιατί συμπεριφέρθηκε άσχημα ή μέτρια προς τον συνάνθρωπό του; Η έλευση της νύκτας αποτελεί, θα λέγαμε, κατά κάποιο τρόπο αφορμή για εκζήτηση της υψοποιού συγγνώμης με μετάνοια και συντριβή, γεγονός που το προσφέρουν οι ωραία επιλεγμένοι ψαλμοί, όπως: ό 50ος ψαλμός της μετανοίας:
«Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός Σου» και η προσευχή του Μανασσή: «Κύριε Παντοκράτωρ, ο Θεός των Πατέρων ημών, του Αβραάμ…».
Η συνδιαλλαγή είναι η εκ των ων ουκ άνευ αρχή της βιώσεως της αληθινής προσευχής.
Άλλωστε χωρίς συνδιαλλαγή ο άνθρωπος όχι μόνον δεν μπορεί να προσευχηθεί, αλλά ούτε και να συμμετάσχει στα άχραντα μυστήρια, την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Χαρακτηριστικός είναι ο διδακτικός στίχος από την Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, προκειμένου ο άνθρωπος να συμμετάσχει στα άχραντα μυστήρια: «Πρώτον καταλλάγηθι τοις σε λυπούσιν. Έπειτα θαρρών, μυστικήν βρώσιν φάγε» (Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, Ωρολόγιον το Μέγα, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος).
Γ) Η είσοδος της νύκτας και ο ύπνος για τον άνθρωπο αποτελούν δύο στοιχεία ακατανίκητα. Για μεν την νύκτα αισθάνεται ο άνθρωπος ανήμπορος στην μετατροπή της εναλλαγής της φύσεως, δηλ. του γεγονότος ημέρας-σκότους και της επικρατήσεως μόνο του ενός, για δε τον ύπνο ο άνθρωπος αισθάνεται την ύπαρξη του θανάτου στην φύση του. Κι αυτό, γιατί ο ύπνος αποτελεί έναν μικρό θάνατο. Ο ύπνος είναι μια στιγμιαία φάση θανάτου μπροστά στον τελικό θάνατο της ζωής του ανθρώπου. Ο άνθρωπος στέκεται εκστατικός μπροστά στα δύο αυτά φαινόμενα. Κι όπως ο άνθρωπος ευχαριστεί και δοξολογεί τον Θεό για την διέλευση της ημέρας, κατά τον ίδιο και αναγκαίο σκοπό προσεύχεται και για την διέλευση της επερχόμενης νύκτας.
Η νύκτα συνδέεται με τον χρόνο ενέργειας όλων των μεθοδειών του πονηρού. Ο διάβολος όσα δεν πετυχαίνει κατά την διάρκεια της ημέρας, προσπαθεί με την προσβολή του νοός κατά την διάρκεια του ύπνου να εισαγάγει στον άνθρωπο αισχρές και βλαβερές επιθυμίες, φαντασίες απρεπείς που μολύνουν το σώμα και την ψυχή.
Γ) Η είσοδος της νύκτας και ο ύπνος για τον άνθρωπο αποτελούν δύο στοιχεία ακατανίκητα. Για μεν την νύκτα αισθάνεται ο άνθρωπος ανήμπορος στην μετατροπή της εναλλαγής της φύσεως, δηλ. του γεγονότος ημέρας-σκότους και της επικρατήσεως μόνο του ενός, για δε τον ύπνο ο άνθρωπος αισθάνεται την ύπαρξη του θανάτου στην φύση του. Κι αυτό, γιατί ο ύπνος αποτελεί έναν μικρό θάνατο. Ο ύπνος είναι μια στιγμιαία φάση θανάτου μπροστά στον τελικό θάνατο της ζωής του ανθρώπου. Ο άνθρωπος στέκεται εκστατικός μπροστά στα δύο αυτά φαινόμενα. Κι όπως ο άνθρωπος ευχαριστεί και δοξολογεί τον Θεό για την διέλευση της ημέρας, κατά τον ίδιο και αναγκαίο σκοπό προσεύχεται και για την διέλευση της επερχόμενης νύκτας.
Η νύκτα συνδέεται με τον χρόνο ενέργειας όλων των μεθοδειών του πονηρού. Ο διάβολος όσα δεν πετυχαίνει κατά την διάρκεια της ημέρας, προσπαθεί με την προσβολή του νοός κατά την διάρκεια του ύπνου να εισαγάγει στον άνθρωπο αισχρές και βλαβερές επιθυμίες, φαντασίες απρεπείς που μολύνουν το σώμα και την ψυχή.
Ο άνθρωπος κατά την διάρκεια του ύπνου, ανήμπορος να αντιδράσει σε τέτοιου είδους επιθέσεις, παρακαλεί τον Θεό να τον διαφυλάξει «από του ζοφερού ύπνου της αμαρτίας, και από πάσης σκοτεινής και νυκτερινής ηδυπαθείας». Τα πάθη στον άνθρωπο, όταν δεν αποκόπτονται την ημέρα εμφανίζονται πιο ζωηρά κατά την διάρκεια της νύκτας. Η νύκτα είναι το βασίλειο των σκοτεινών δυνάμεων του σατανά. Ο άνθρωπος παρακαλεί τον Δεσπότη Χριστό να παύσει: «τας ορμάς των παθών» και να σβήσει «τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού», τα οποία κινούνται εναντίον του με δόλιο τρόπο.
Η ικεσία συνεχίζεται για καταστολή των σαρκικών επαναστάσεων. Ό,τι ο άνθρωπος ανεπεξέργαστο μαζεύει την ημέρα, το βράδυ μετατρέπεται σε εργοστασιακή λεπτομερή επεξεργασία, κάτι σαν μηρυκασμός, με αποτέλεσμα την μόλυνση της ψυχής και του σώματος. Η έπικράτηση της ϋλης στην ζωή των ανθρώπων και των άγαθών που προκύπτουν από την εκμετάλλευση της γης, γίνονται δελεαστική πρόκληση, με αποτέλεσμα την προσκόλλησή του σ’ αυτά και την αποσύνδεσή του από το αληθινό νόημα της ζωής που είναι η χριστοποίηση και όχι η υλοποίηση του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο νήφων άνθρωπος προσεύχεται στον Θεό με το αίτημα: «Και παν γεώδες και υλικόν ημών φρόνημα κοίμισον».
Τέλος, η βίωση του θανάτου εκ μέρους του ανθρώπου ως αναπόφευκτου γεγονότος της ανθρώπινης υπάρξεως πάνω στην Δημιουργία του Θεού θεωρείται αναλόγως της πνευματικής καταστάσεώς του. Έτσι διαφορετικά τοποθετείται μπροστά στο μυστήριο του θανάτου ένας που ασκείται στην πνευματική ζωή και διαφορετικά κάποιος άλλος που δεν αντέχει να γευθεί το θάνατο, επειδή είναι προσκολλημένος στα της γης και τα της φθοράς.
Ο προσευχόμενος άνθρωπος, ο εμπιστευόμενος καρδίας και νεφρούς στον Θεό, βιώνει το μυστήριο του θανάτου ως μια φυσική κατάσταση της καθημερινής του ζωής. Οτιδήποτε κάνει που προσκρούει στην αγάπη του Θεού κι έχει ως αποτέλεσμα την πτώση, αποτελεί γι’ αυτόν θάνατο με την αρνητική έννοια του όρου, δηλαδή αποτελεί πρόγευση της κολάσεως.
Τέλος, η βίωση του θανάτου εκ μέρους του ανθρώπου ως αναπόφευκτου γεγονότος της ανθρώπινης υπάρξεως πάνω στην Δημιουργία του Θεού θεωρείται αναλόγως της πνευματικής καταστάσεώς του. Έτσι διαφορετικά τοποθετείται μπροστά στο μυστήριο του θανάτου ένας που ασκείται στην πνευματική ζωή και διαφορετικά κάποιος άλλος που δεν αντέχει να γευθεί το θάνατο, επειδή είναι προσκολλημένος στα της γης και τα της φθοράς.
Ο προσευχόμενος άνθρωπος, ο εμπιστευόμενος καρδίας και νεφρούς στον Θεό, βιώνει το μυστήριο του θανάτου ως μια φυσική κατάσταση της καθημερινής του ζωής. Οτιδήποτε κάνει που προσκρούει στην αγάπη του Θεού κι έχει ως αποτέλεσμα την πτώση, αποτελεί γι’ αυτόν θάνατο με την αρνητική έννοια του όρου, δηλαδή αποτελεί πρόγευση της κολάσεως.
Αντιθέτως ό,τι κάνει με γνώμονα το θέλημα του Θεού, «Το αγαθόν κι ευάρεστον», αποτελεί πρόγευση του Παραδείσου. Για τον λόγο αυτόν ο πιστός τον ύπνο τον φυσικό και καθημερινό τον αντιμετωπίζει προσευχητικά ως μια εμπειρία μοναδική και ανεπανάληπτη για να ενταχθεί στον Παράδεισο και γι’ αυτό προσεύχεται, μετανοιώνει, συγχωρεί και ευχαριστεί. Αντίθετα ο κοσμικός άνθρωπος με τον ύπνο συνεχίζει την αμαρτία, νομίζοντας ότι αυτός (ο ύπνος) είναι μια φυσική κατάσταση που υπόκειται στις δυνάμεις του και γι αυτό τον ξεπερνά επιπόλαια και φυσικά χωρίς μετάνοια και συντριβή.
Δ) Ως άμεσο αποτέλεσμα της προσευχής για ύπνο ελαφρό, γρήγορο νου, σώφρονα λογισμό, καρδία νήφουσα και απαλλαγή από κάθε σατανική φαντασία είναι η έγερση κατά τον καιρό της προσευχής με το μεσονυκτικό και τον όρθρο. Δηλαδή ο πιστός προσεύχεται πριν από τον ύπνο για την επόμενη έγερσή του πρώτα και πάλι με δοξολογία και ευχαριστία αντιμετωπίζοντας με τον ίδιο τρόπο κι αυτά τα υλικά αγαθά, «τον άρτον τον επιούσιον».
Δ) Ως άμεσο αποτέλεσμα της προσευχής για ύπνο ελαφρό, γρήγορο νου, σώφρονα λογισμό, καρδία νήφουσα και απαλλαγή από κάθε σατανική φαντασία είναι η έγερση κατά τον καιρό της προσευχής με το μεσονυκτικό και τον όρθρο. Δηλαδή ο πιστός προσεύχεται πριν από τον ύπνο για την επόμενη έγερσή του πρώτα και πάλι με δοξολογία και ευχαριστία αντιμετωπίζοντας με τον ίδιο τρόπο κι αυτά τα υλικά αγαθά, «τον άρτον τον επιούσιον».
«Διανάστησον δε ημάς εν τω καιρώ της προσευχής, εστηριγμένους εν ταις εντολαίς σου, και την μνήμην των σων κριμάτων εν εαυτοίς απαράθραυστον έχοντας». Κι όλα αυτά να γίνουν «με κατάνυξη και προθυμία» (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 620D).
Η έγερση για προσευχή συνδέεται και με την προϋπάντηση του φωτός (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G 155, 940C), δηλαδή της νέας ημέρας την οποία περιμένει ο άνθρωπος ως μια νέα δωρεά του Θεού.
«Και το να εγείρεται κάποιος από τον ύπνο που νοείται ως θάνατος συμβολίζει ότι από τον θάνατο θα έλθει η μέλλουσα ημέρα της Αναστάσεως. Και την νύκτα διαδέχεται η ημέρα που είναι σύμβολο του σκοτεινού και ταραχώδους βίου προς την ανέσπερη εκείνη ημέρα που θα επικρατεί η αληθινή ζωή (μεταβιώση)» (Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 940CD).
Η ποιμαντική της ακολουθίας του Αποδείπνου
(Μικρού ή Μεγάλου)
Παρόλο που η ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου, σύμφωνα με την νεώτερη ενοριακή πράξη, επαφίεται στην ελεύθερη προσευχητική διάθεση του κάθε πιστού, από ποιμαντικής απόψεως πιστεύω ότι θα βοηθήσει πολλούς αναγκεμένους πιστούς να γευθούν το άρωμα της Ορθοδοξίας και της γνήσιας Παραδόσεως.
Η ένταξη της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου στον ενοριακό λειτουργικό χρόνο δείχνει, εκ της προσωπικής ποιμαντικής πείρας, ότι οι νέοι κυρίως προσεγγίζουν την ακολουθία καλύτερα όταν τελείται τότε που οι ιεροί ναοί κλείνουν, με βάση το πρόγραμμα των ενοριών. Συνήθως όταν οι νέοι ψάχνονται και αναζητούν κάπου καταφύγιο, οι ναοί και οι ιερείς δεν είναι διαθέσιμοι.
Όπου νέοι και φιλότιμοι κληρικοί αγωνίζονται για να πλησιάσουν τους νέους με διάφορες άλλες δραστηριότητες, ας έχουν υπ’ όψιν ότι η επιζητούμενη πνευματική προσέγγιση ολοκληρώνεται και τελειοποιείται καλύτερα μέσα από την λατρεία της Εκκλησίας μας. Επί παραδείγματι, στην διάρκεια της εβδομάδας μπορεί να καθιερωθεί στο ενοριακό λειτουργικό πρόγραμμα η τέλεση του Μικρού Αποδείπνου μία ή περισσότερες φορές σε συνδυασμό με μια σύναξη νέων που θα περιλαμβάνει ομιλίες ή προβολή ταινιών. Η επιτέλεση του Μικρού Αποδείπνου είτε θα προηγείται ή θα έπεται αυτών των δράσεων. Καλό είναι το Απόδειπνο να τελείται σε καθορισμένο χρόνο, πάντα τον ίδιο, ώστε να μπορούν περισσότεροι ενορίτες να προσέρχονται στον ναό για προσευχή κοινή και συλλογική που είναι και το δέον γενέσθαι.
Ωστόσο και το Μεγάλο Απόδειπνο θα πρέπει κι αυτό να βρει, εκτός από τον συγκεκριμένο χρόνο τελέσεώς του, συχνότερη έκφραση στην ζωή της ενορίας, σε χρόνο που να δύνανται περισσότεροι άνθρωποι να το προσεγγίσουν, και μάλιστα σε ώρα βραδυνή συνδυασμένο με λόγο Θεού που τόσο έχει ανάγκη ο κόσμος σήμερα.
Η εκ μέρους της Εκκλησίας, και δη των ενοριών, επανεύρεση των «χρηστικών εργαλείων» που είναι οι ιερές ακολουθίες του Μικρού Αποδείπνου, των ιερών παρακλήσεων, του μυστηρίου του Ευχελαίου καθώς και οι ιερές παννυχίδες, ευελπιστούμε ότι θα αναζωπυρώσει το χάρισμα της βιωματικής λειτουργικής ζωής και εμπειρίας, πράγμα που σήμερα διαπιστώνουμε μετά πολλής λύπης οι της Εκκλησίας ταγοί ότι εξέλιπεν από την ζωή των εκκοσμικευμένων και κατά βάσιν ακατήχητων βαπτισμένων πιστών μας.
Η ορθόδοξη λατρεία της Εκκλησίας μας έχει το μοναδικό χάρισμα να σαγηνεύει, να ηρεμεί, να νοηματοδοτεί την ζωή του ανθρώπου, να προσφέρει την ελπίδα και το θάρρος για την ανακάλυψη του δώρου της ζωής, να θεραπεύει την ψυχή, να δίδει την χαρά για αγώνα και άσκηση και τέλος να βάζει σε τάξη τον άνθρωπο.
Η ποιμαντική της ακολουθίας του Αποδείπνου
(Μικρού ή Μεγάλου)
Παρόλο που η ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου, σύμφωνα με την νεώτερη ενοριακή πράξη, επαφίεται στην ελεύθερη προσευχητική διάθεση του κάθε πιστού, από ποιμαντικής απόψεως πιστεύω ότι θα βοηθήσει πολλούς αναγκεμένους πιστούς να γευθούν το άρωμα της Ορθοδοξίας και της γνήσιας Παραδόσεως.
Η ένταξη της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου στον ενοριακό λειτουργικό χρόνο δείχνει, εκ της προσωπικής ποιμαντικής πείρας, ότι οι νέοι κυρίως προσεγγίζουν την ακολουθία καλύτερα όταν τελείται τότε που οι ιεροί ναοί κλείνουν, με βάση το πρόγραμμα των ενοριών. Συνήθως όταν οι νέοι ψάχνονται και αναζητούν κάπου καταφύγιο, οι ναοί και οι ιερείς δεν είναι διαθέσιμοι.
Όπου νέοι και φιλότιμοι κληρικοί αγωνίζονται για να πλησιάσουν τους νέους με διάφορες άλλες δραστηριότητες, ας έχουν υπ’ όψιν ότι η επιζητούμενη πνευματική προσέγγιση ολοκληρώνεται και τελειοποιείται καλύτερα μέσα από την λατρεία της Εκκλησίας μας. Επί παραδείγματι, στην διάρκεια της εβδομάδας μπορεί να καθιερωθεί στο ενοριακό λειτουργικό πρόγραμμα η τέλεση του Μικρού Αποδείπνου μία ή περισσότερες φορές σε συνδυασμό με μια σύναξη νέων που θα περιλαμβάνει ομιλίες ή προβολή ταινιών. Η επιτέλεση του Μικρού Αποδείπνου είτε θα προηγείται ή θα έπεται αυτών των δράσεων. Καλό είναι το Απόδειπνο να τελείται σε καθορισμένο χρόνο, πάντα τον ίδιο, ώστε να μπορούν περισσότεροι ενορίτες να προσέρχονται στον ναό για προσευχή κοινή και συλλογική που είναι και το δέον γενέσθαι.
Ωστόσο και το Μεγάλο Απόδειπνο θα πρέπει κι αυτό να βρει, εκτός από τον συγκεκριμένο χρόνο τελέσεώς του, συχνότερη έκφραση στην ζωή της ενορίας, σε χρόνο που να δύνανται περισσότεροι άνθρωποι να το προσεγγίσουν, και μάλιστα σε ώρα βραδυνή συνδυασμένο με λόγο Θεού που τόσο έχει ανάγκη ο κόσμος σήμερα.
Η εκ μέρους της Εκκλησίας, και δη των ενοριών, επανεύρεση των «χρηστικών εργαλείων» που είναι οι ιερές ακολουθίες του Μικρού Αποδείπνου, των ιερών παρακλήσεων, του μυστηρίου του Ευχελαίου καθώς και οι ιερές παννυχίδες, ευελπιστούμε ότι θα αναζωπυρώσει το χάρισμα της βιωματικής λειτουργικής ζωής και εμπειρίας, πράγμα που σήμερα διαπιστώνουμε μετά πολλής λύπης οι της Εκκλησίας ταγοί ότι εξέλιπεν από την ζωή των εκκοσμικευμένων και κατά βάσιν ακατήχητων βαπτισμένων πιστών μας.
Η ορθόδοξη λατρεία της Εκκλησίας μας έχει το μοναδικό χάρισμα να σαγηνεύει, να ηρεμεί, να νοηματοδοτεί την ζωή του ανθρώπου, να προσφέρει την ελπίδα και το θάρρος για την ανακάλυψη του δώρου της ζωής, να θεραπεύει την ψυχή, να δίδει την χαρά για αγώνα και άσκηση και τέλος να βάζει σε τάξη τον άνθρωπο.
Περισσότερα στο aktines.blogspot
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου