Το 1821 οι Έλληνες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της πατρίδος μας είχαν ξεσηκωθεί ζητώντας την Ελευθερία τους αλλά ο τούρκικος ζυγός με χιλιάδες στρατό έτρεξε να καταπνίξει κάθε είδους ξεσηκωμό.
Κατά τον φθινόπωρο του 1823 όταν ο στρατός του Μουσταφά Πασά και του Ομέρ Βρυώνη έφτασαν με περίπου 16.000 εως 18.000 άνδρες και περικύκλωσαν το Αιτωλικό (τότε η ονομασία του ήταν Ανατολικό), όπου το απέκλισαν και ξεκίνησαν εχθροπραξίες ενώ άρχισαν σθεναρά να το πολιορκούν στις 5 Οκτωβρίου.
Οι υπερασπιστές του Αιτωλικού ήταν περίπου 500 άνδρες υπό τους Κώστα Κίτσο και Αποστόλη Κουσουρή έχοντας επαρκή πολεμοφόδια, 8 πυροβόλα, 6 μικρά κανόνια με τα οποία είχε οχυρώσει το νησάκι ο Μιχαήλ Κοκκίνης και ο Άγγλος πυροβολητής Μάρτιν και 1 μεγάλο των 48 λιβρών το οποίο πέστειλε ο Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος ενώ είχαν και επάρκεια τροφών.
Το μόνο πρόβλημα για τους κατοίκους του Αιτωλικού ήταν η έλλειψη πόσιμου νερού.
Το Αιτωλικό, ως μικρό νησάκι της λιμνοθάλασσας δεν είχε πόσιμο νερό ενώ ήταν περικυκλωμένο από άκρη σε άκρη από αλμυρό νερό.
Το πόσιμο νερό το προμηθεύονταν από πηγές έναντι της νησίδας όπου πλέον είχαν στρατοπεδεύσει οι πολιορκητές τούρκοι.
Η γενναιότητα και η καρτερία των Αιτωλικιωτών ήταν μεγάλη, όπως βέβαια και κάθε επαναστατημένου Έλληνα εκείνη (και όχι μόνο) την περίοδο αλλά δεν είχαν πρόσβαση σε πόσιμο νερό για να ξεγελάσουν την δίψα τους.
Κάποιες φορές προσπάθησαν να ξεδιψάσουν πίνοντας θαλασσινό νερό αλλά αυτό όπως ήτο φυσικό τους καταπονούσε και τους εξάντλειε γρηγορότερα. Μέσα σε αυτήν την δύσκολη κατάσταση πολλές γνώμες προτάθηκαν για τις επόμενες κινήσεις των πολιορκούμενων.
Αποφάσισαν να πέσουν μαχόμενοι και μάλιστα να ανατιναχθούν εντός του ναού των Ταξιαρχών την ημέρα της πανηγύρεως τους καθώς οι μέρες περνούσαν και λύση δεν εβρίσκονταν αλλά και οι δυνάμεις τους εξαντλούνταν αφού το πόσιμο νερό πλέον είχε αφανιστεί εντελώς από το νησάκι.
Όταν λοιπόν η απόφαση πάρθηκε ένας ιερεύς του Αιτωλικού, ο ενάρετος εφημέριος των Ταξιαρχών, π. Παϊσιος τους προέτρεψε πριν τον βέβαιο αυτόν θάνατο να μεταλάβουν των Αχράντων Μυστηρίων του Κυρίου, μέρα που ήταν
κιόλας.
κάλεσε τους συμμετέχοντες να προσέλθουν στο Άγιο Ποτήριο, εκεί στο “..μετά φόβου Θεού...’’ μία βόμβα από τα τούρκικα κανόνια σκίζει τον σκεπή της Εκκλησίας και πέφτει στο μέσον του ναού χωρίς κανείς να βλαφθεί, δημιουργώντας έναν μικρό κρατήρα, ενώ ευθύς αμέσως ανέβλυσε από την τρύπα που δημιούργησε διαυγές ύδωρ.
Το ύδωρ τούτο ήτο πόσιμο.
Το λογικό θα ήταν να υπάρξουν θύματα από την οβίδα του κανονιού αλλά και το φυσικό θα ήταν το ύδωρ αυτό να ήταν αλμυρό μιας και το νησάκι ήτο μικρό και περιλούζονταν από το νερό της λιμνοθάλασσας.
Οι Ταξιάρχες φρόντισαν για τους πολιορκούμενους του Αιτωλικού εισακούοντας τις προσευχές τους και με θαυμαστό τρόπο μέσω της οβίδας που έπεσε στο μέσον του ναού, τους φανέρωσαν πόσιμο νερό.
Με το θαύμα αυτό οι κάτοικοι του Αιτωλικού κάλυψαν την ανάγκη τους για πόσιμο νερό ενώ οπλίσθηκαν με δύναμη και πίστη να αγωνιστούν με περισσότερη θέρμη.
Την 30η Νοεμβρίου οι τούρκοι αποφάσισαν να λύσουν την πολιορκία και μάλιστα έφυγαν εν μέσω βροχής το βράδυ της ίδιας ημέρας.
Έκτοτε οι κάτοικοι έκτισαν την πηγή αυτή ως πηγάδι ενώ το ύδωρ της πηγής θεωρήθηκε αγίασμα μιας και φανερώθηκε με τρόπο θαυμαστό έως και τις ημέρες μας δεν έχει σταματήσει να αναβλύζει εντός του ναού.
Το θαυμαστό αυτό γεγονός δεν έμεινε απαρατήρητο από λογοτέχνες και ποιητές εκείνης της εποχής όπως τον Δ. Σολωμό ο οποίος με έμμεση αναφορά του στο πόνημα του “Ο θάνατος του Μπάϊρον’’ το υμνεί.
Ακόμη υπάρχει και ένα μικρό ποίημα στο περιοδικό «Αττική Ίρις» του Π. Σκαλτσούνη κατά το 1907 όπου απαντάται μια μικρή αλλά πιστή εικόνα του θαύματος.
Ἀπολυτίκιον
Προστάται καὶ ἔφοροι, Αἰτωλικοῦ ἀληθῶς, Ἀρχάγγελοι ἔνδοξοι,
σὺν Μιχαήλ Γαβριήλ, θεόθεν ὡράθητε· ὅθεν τοῦ ἐκ τοῦ θείου,
ὑμῶν βλύζοντος οἴκου, ὕδατος ἐντρυφῶντες,
χάριν θείαν τρυγῶμεν, ὑμνοῦντες Ταξιάρχαι, ὑμῶν τὰ θαυμάσια.
Του Σπύρου Συμεών στην Romfea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου