Οκτακόσια μέτρα πριν φτάσουμε στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στα αλώνια, βρίσκεται το Εκκλησάκι των Ταξιαρχών. Την παραμονή της εορτής των Ταξιαρχών, το 1943, την εποχή που «όλα τά ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» κάτω από την μπότα του κατακτητή, μέσα στις δυσκολίες που έφερνε μαζί της η Κατοχή και τα βάσανα που συνέθλιβαν τους ανθρώπους, έγινε ένα συγκλονιστικό θαύμα.
Στο Μοναστήρι βρισκόταν τότε και η αείμνηστη Μοσχούλα. Η Μοσχούλα είχε αρνηθεί την πρόταση γάμου, που της είχε κάνει κάποιος πλούσιος Ελληνοαμερικανός, γιατί ήθελε ν’ αφιερωθή στον Κύριο ως μοναχή. Επειδή τα πράγματα δεν το επέτρεπαν εκείνο τον καιρό, έμενε να διακονή στο έργο του Πατρός Σίμωνος, στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Την παραμονή, λοιπόν, των Ταξιαρχών άκουγε ο Πατήρ Σίμων μεγάλη οχλαγωγία. Ρώτησε την Μοσχούλα, τι θόρυβος ήταν αυτός, κι εκείνη τον πληροφόρησε πως κόσμος πολύς είχε έλθει για την αγρυπνία. Οι άνθρωποι πεινούσαν τότε και κατέφευγαν στον Θεό, παρακαλώντας Τον να τους ελεήση και να τους απαλλάξη από την μάστιγα της πείνας και των τρομερών στερήσεων.
Ο Γέροντας ρώτησε την Μοσχούλα, τι υπήρχε στην αποθήκη από τρόφιμα, και έλαβε την απάντησι πως είχαν μόνο ένα τσουβάλι ξηρά κρεμμύδια.
- Φώναξε γρήγορα τους άλλους και καθαρίστε τα όλα. Ο Θεός δεν θ’ αφήση τα πλάσματά του, είπε ο Πατήρ Σίμων και κατευθύνθηκε προς την Εκκλησία. Εκεί, με δάκρυα θερμά, παρεκάλεσε τον Κύριο να μην αφήση να φύγουν νηστικά τα παιδιά του, που παρά την πείνα και την δυστυχία τους πήγαν να προσευχηθούν στον Ναό και να τιμήσουν τους Ταξιάρχες.
Δεν πρόλαβε να τελειώση την προσευχή του, όταν άκουσε να τον φωνάζη κάποιος με όλη του την δύναμι.
- Πάτερ Σίμων, Πάτερ Σίμων!
Βγήκε από τον Ναό και ρώτησε, τι συμβαίνει. Τότε το παιδί, που τον φώναζε, άρχισε να του διηγήται:
- Μόλις καθαρίσαμε τα κρεμμύδια μέσα στο μαγειρείο, να, ένας λαγός, μεγάλος σαν αρνί, κατέβηκε από το βουνό. Ήρθε μόνος του στο μαγειρείο, εκεί που καθαρίζαμε τα κρεμμύδια. Εμείς, που τον είδαμε, κάναμε στην άκρη, άλλος από εδώ και άλλος από εκεί, για να τον στριμώξουμε, να μπη μέσα. Αλλά αυτός μπήκε από μόνος του. Και τώρα τον έχουμε κλεισμένο μέσα.
Ο Πατήρ Σίμων έδωσε γρήγορα εντολή στην Μοσχούλα να σφάξουν τον λαγό, να τον κόψουν σε μικρά-μικρά κομματάκια και να τον βράσουν σε τρία καζάνια, ώστε το πρωΐ, τελειώνοντας η Λειτουργία, να καθήση ο κόσμος να φάη.
Πραγματικά, το πρωΐ, ένας-ένας περνούσε και έπαιρνε το πιάτο του. Μερικοί μάλιστα έπαιρναν και δεύτερο πιάτο. Αφού έφαγαν και χόρτασαν όλοι και έμαθαν, πώς βρέθηκε το κρέας, έμειναν εκστατικοί και έλεγαν μεταξύ τους:
Μ’ ένα λαγό έφαγαν και χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνθρωποι και περίσσεψε και ενάμισυ καζάνι.
Από το Βιβλίο:«Η ΖΩΟΦΙΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ Η ΑΓΙΟΦΙΛΙΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ»
ΣΙΜΩΝΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου