Το 1977 ἡ μητέρα μου νοσηλευόταν στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, λόγῳ νεφρικῆς ἀνεπάρκειας. Παρόλο πού ἔπαιρνε πολλά υγρά, δέν ἔβγαζε καθόλου ούρα. Στόν ἴδιο θάλαμο με ἐμᾶς νοσηλευόταν και μία κοπέλα από τη Δράμα.
Ένα βράδυ μᾶς εἶπαν οι γιατροί ὅτι ἡ μητέρα μας τελειώνει. Γύρω στις τρεῖς τό πρωί ἡ κοπέλα αὐτή ἔκανε παράκληση στον Όσιο Γεώργιο Καρσλίδη. Μόλις τελείωσε, μέ φώναξε καί μοῦ εἶπε:
"Μαρία, μή φοβᾶσαι. Ἡ μητέρα σου δέν θά πεθάνει. Είδα τη μητέρα σου να βρίσκεται στο μοναστήρι τῆς Σίψας μέσα σε φῶς!”.
Ἄνοιξα κι εγώ τότε τά μάτια μου, γιατί εἶχα ἀποκάμει ἀπό τήν ἐξάντληση καί τήν ταλαιπωρία τόσων ἡμερῶν, καί τί νά δῶ! Ὁ καθετήρας ἦταν γεμάτος οὖρα. Αμέσως φώναξα τόν ἐφημερεύοντα ιατρό καί κοίταζε κι αὐτός τά οὔρα μέ τίς νοσοκόμες κι ἀποροῦσε.
“Μά πῶς ἔγινε αὐτό;" διερωτάτο. “Ἀφοῦ τά νεφρά της ἦταν κατάστεγνα. Τώρα ὅμως ἔγιναν σαν μικροῦ παιδιοῦ”.
Ξεχείλισε τότε ἡ ψυχή μου ἀπό βαθειά ευγνωμοσύνη στόν Ἅγιο καί τόν εὐχαρίστησα μέσα ἀπό τήν καρδιά μου. Μου χάρισε τή μη τέρα μου, ἡ ὁποία δέν ξαναενοχλήθηκε ἀπό τά νεφρά, ἀλλά ἀπεβίωσε αργότερα ἀπό ἄλλη ἀσθένεια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου