Ο γερο-Παίσιος ήταν ήδη γνωστός γιά την αρετή του το 1982, όταν πήγα με τον αδελφό μου (μετέπειτα Ιερομόναχο Παρθένιο, Κελλί /Εισόδια της Θεοτόκου , Κερασιά, Αγίου Ορους) ανήμερα του Πασχα στο Κουτλουμούσι.
Ο αδελφός μου που ειχε παει αρκετές φορες ήδη στο Αγιο Ορος, μετά από λίγο καιρό πήγε στο Κουτλουμούσι αποφασισμένος να μονάσει. Με την συμβουλή και ευχή όμως του Γεροντος Παισίου πήγε στο Κελλί Εισόδεια της Θεοτόκου στην Κερασιά όπου γέροντας ηταν ο γνωστός και φίλτατος στον γερο-Παίσιο Ιερομόναχος Μάξιμος Ψιλόπουλος.
Ο παπα-Μάξιμος ορισε για τον αδελφό μου για τα πνευματικά, οδηγο τον γερο-Παίσιο και εστελνε συχνά τον αδελφό μου στην Παναγούδα για την πνευματική του καθοδήγηση.
«Αντε να πάτε αυριο στον γερο-Παίσιο», έλεγε ο παπα-Μάξιμος και ετοιμαζομασταν από βραδύς. Μετά την πρωινή ακολουθία φεύγαμε νωρίς πριν χαράξει ακόμα. Από την Κερασιά άλλοτε με τα μουλάρια άλλοτε πεζοπορία, ως την Αγία Αννα. Από εκεί με καραβάκι ως την Δάφνη, από εκεί με το πρωτόγονο λεωφορείο Δάφνη-Καρυές. Από εκεί με τα ποδια παλι. Περνούσαμε την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου και κατεβαίναμε για να φτάσουμε στην λιτή αλλά γεμάτη αγάπη φιλοξενία του γέροντος παπα Γρηγόρη, στο κελλι Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.
Ετσι, είτε το απόγευμα της ίδιας ημέρας είτε την επομένη, είχαμε την ευλογία να συναντήσουμε τον γέροντα και να πάρουμε τις συμβουλές του.
Μέσα στους προβληματισμούς μου εκείνη την εποχή ήταν το ότι το Αγιον Ορος είχε αρχίσει να ανθίζει και επικρατούσε μια αύρα υπεροχής και υπερηφάνειας για την Ορθοδοξία μας. Ετσι, όποτε έφευγα από την Ελλάδα για να συνεχίσω τις σπουδές μου (εκείνη την εποχή η επικοινωνία ήταν σχεδόν μόνο με γράμματα από το ταχυδρομείο, χωρίς ιντερνετ, βιντεοκλήσεις, φτηνές και συχνές πτήσεις, ενώ ηταν ακριβό το τηλέφωνο), έφευγα όχι μονο με την αίσθηση της φυσικής απομάκρυνσης αλλά και με την λύπη ότι πηγαίνω σε τόπους όπου εχει περάσει ο οδοστρωτήρας της βιομηχανοποίησης, του ορθολογισμού. Πήγαινα λοιπόν σε μία πνευματική έρημο.
Με παράπονο λοιπόν είπα στον γέροντα το πόσο λυπάμαι που ο τόπος στον οποίο θα πήγαινα σε λίγες μέρες δεν θα ήταν πνευματικά παρήγορος και τι θα γίνει τέλος πάντων με αυτούς τους λαούς που είναι… αυτοί που είναι,… και θελω δεν θελω ήταν για εκείνη την εποχή για μένα, «ο πλησίον».
Ηταν 4 το απόγευμα και ο ήλιος άρχισε να κρύβεται πίσω από το βουνό. Ο γέροντας με αγάπη και τολμώ να πώ και με λύπη, μου είπε χωρίς κανένα δισταγμό. «Βλέπεις τον ήλιο; Κάθε μέρα φεύγει από εδώ και πάει να τους φωτίσει. Και αυτοί δεν φωτίζονται.» Και δέν είπε τίποτε άλλο για αυτό.
«Η οικουμένη πάσα ικετεύει κράζουσα , ευσυμπάθητε πάτερ, ταις ευχαίς σου πάντας στήριξον «
(από τον Μεγάλο Εσπερινό της εορτής του Αγίου Παισίου)
Τ.Ν/πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου