π. Δημητρίου Μπόκου
Έτσι ο ίδιος ο Χριστός βεβαιώνει μετά από λίγο ότι ο αρχιτελώνης Ζακχαίος, που είχε πλουτίσει από την αδικία, σώθηκε. «Σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο».
Μια ματιά, ένας λόγος του Χριστού έκανε τον μέχρι τότε εκμεταλλευτή και άδικο Ζακχαίο να καταλάβει, ότι ο αληθινός πλούτος, ο μεγαλύτερος θησαυρός, ο πολύτιμος μαργαρίτης, «το όντως εφετόν», είναι μόνο ο Χριστός. Και αμέσως μοίρασε τη μισή περιουσία του στους φτωχούς, με την άλλη μισή διόρθωσε τις αδικίες του αποδίδοντας τετραπλά σε όσους αδίκησε και εν συνεχεία έγινε και αυτός απόστολος του Χριστού. Η συνάντηση του Ζακχαίου με τον Χριστό ήταν καίριας σημασίας. Άλλαξε τη ζωή του εντελώς. Λένε όμως μερικοί:
Τί μπορεί να είχαν καταλάβει για τον Χριστό οι απόστολοι από την πρώτη τους συνάντηση μαζί του, αφού τους βλέπουμε πολλές φορές αργότερα να είναι κατώτεροι των περιστάσεων; Να τον αρνούνται στον καιρό του πάθους Tου; Ή να επιζητούν αξιώματα, νομίζοντας επίγεια τη βασιλεία του;
Δεν ήξεραν άραγε τί τους γίνεται; Αντιθέτως! Ο Ζακχαίος και οι απόστολοι κατάλαβαν από την αρχή ότι βρήκαν τον Μεσσία, «ον έγραψε Μωυσής» (Ἰω. 1, 46). Ότι ακολουθούσαν όχι τυχοδιωκτικά έναν απλό περαστικό που βρέθηκε τυχαία στον δρόμο τους, αλλά τον Υιό «του Θεού του ζώντος» που τους επέλεξε προσεκτικά (Ματθ. 16, 16). Σε όλους όμως ανεξαιρέτως η αποκάλυψη δόθηκε σταδιακά. Η θεογνωσία και η πίστη τους αυξάνονταν προοδευτικά. Κύριε, «πρόσθες ημίν πίστιν», έλεγαν (Λουκ. 17, 5). Είχαν την καλή πρόθεση, αλλά δεν μπορούσαν τα πάντα εξ αρχής. «Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής» (Ματθ. 26, 41). Τους έπαιρνε κι αυτούς η κάτω βόλτα. Είχαν και τις μαύρες τους. Πόσες φορές ο Χριστός τους «μάλωνε»! «Ούπω νοείτε ουδέ συνίετε»; (Μάρκ. 8, 17).
Η πνευματική ενηλικίωση έρχεται σιγά-σιγά. Με αγώνα. Με πτώσεις. Με αμφιβολίες. Με κόπο. Η σχέση με τον Θεό έχει τις παλινωδίες της. Φυσικό και κατανοητό, μια και είναι πορεία συνεχής από την ατέλεια προς την τελειότητα. Χωρίς τέλος. «Ατέλεστος τελειότης» (αγ. Ιωάννης της Κλίμακος). Πώς όμως να ξεκινήσει κάποιος μια τέτοια πορεία, αν δεν έχει καταλάβει καλά την αξία της;
Γράφει ο άγιος Σωφρόνιος: «Μέχρι να έρθει η χάρη είμαστε ασταθείς σε όλα. Παρατηρήστε τον Πέτρο: Ομολογεί τη Θεότητα του Χριστού με τέτοια, όπως φαινόταν, ασάλευτη βεβαιότητα· αξιώνεται της θεωρίας του Θαβωρίου Φωτός και ακούει τη φωνή του Πατρός, που μαρτυρούσε για τον αγαπητό Υιό· υπόσχεται αμετάθετη πίστη προς τον Χριστό ακόμη και μέχρι θανάτου και πολύ γρήγορα στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της Γεθσημάνιας νύκτας, αλλάζει μικρόψυχα. Αν έτσι συνέβη με τον Πέτρο-«πέτρα», τότε εγώ τρομάζω. Δεν με εγκαταλείπει η συνείδηση της αδυναμίας μου, ωσότου διαβώ με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος τα τελευταία όρια· ωσότου μπω τελειωτικά στον χώρο του Φωτός, ξεφεύγοντας από το εξώτερο σκότος...
Ακόμη και στη Θεομήτορα η αποκάλυψη δόθηκε σταδιακά και όχι αμέσως, σε μία στιγμή. Αν πάρουμε ως αρχή την αποκάλυψη που Της δόθηκε κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού, τότε το τέλος της πρέπει να το τοποθετήσουμε στην εμφάνιση του Χριστού σε Αυτήν μετά την Ανάσταση, την Ανάληψή Του, και έπειτα την Κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Επιπλέον, ίσως και την ώρα της Κοιμήσεώς Της, έλαβε και νέα προσθήκη σε αυτό που γνώρισε προηγουμένως, και τότε προσέλαβε το πλήρωμα της Θείας Ζωής στο προσωπικό Της είναι» (Αρχιμ. Σωφρονίου, Το μυστήριο της χριστιανικής ζωής, σ. 44-45 και 67).
Η Παναγία, οι απόστολοι, ο Ζακχαίος, είχαν τις δυσκολίες τους.
Τις νίκησαν όμως, γιατί ήξεραν απ’ την αρχή ότι ακολουθούν τον μόνο αληθινό Θεό. Έστω κι αν δεν τον γνώριζαν τέλεια και σε βάθος εξ αρχής, έστω κι αν έβγαιναν εκ του βυθού της αγνοίας σταδιακά.
Δεν ήξεραν άραγε τί τους γίνεται; Αντιθέτως! Ο Ζακχαίος και οι απόστολοι κατάλαβαν από την αρχή ότι βρήκαν τον Μεσσία, «ον έγραψε Μωυσής» (Ἰω. 1, 46). Ότι ακολουθούσαν όχι τυχοδιωκτικά έναν απλό περαστικό που βρέθηκε τυχαία στον δρόμο τους, αλλά τον Υιό «του Θεού του ζώντος» που τους επέλεξε προσεκτικά (Ματθ. 16, 16). Σε όλους όμως ανεξαιρέτως η αποκάλυψη δόθηκε σταδιακά. Η θεογνωσία και η πίστη τους αυξάνονταν προοδευτικά. Κύριε, «πρόσθες ημίν πίστιν», έλεγαν (Λουκ. 17, 5). Είχαν την καλή πρόθεση, αλλά δεν μπορούσαν τα πάντα εξ αρχής. «Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής» (Ματθ. 26, 41). Τους έπαιρνε κι αυτούς η κάτω βόλτα. Είχαν και τις μαύρες τους. Πόσες φορές ο Χριστός τους «μάλωνε»! «Ούπω νοείτε ουδέ συνίετε»; (Μάρκ. 8, 17).
Η πνευματική ενηλικίωση έρχεται σιγά-σιγά. Με αγώνα. Με πτώσεις. Με αμφιβολίες. Με κόπο. Η σχέση με τον Θεό έχει τις παλινωδίες της. Φυσικό και κατανοητό, μια και είναι πορεία συνεχής από την ατέλεια προς την τελειότητα. Χωρίς τέλος. «Ατέλεστος τελειότης» (αγ. Ιωάννης της Κλίμακος). Πώς όμως να ξεκινήσει κάποιος μια τέτοια πορεία, αν δεν έχει καταλάβει καλά την αξία της;
Γράφει ο άγιος Σωφρόνιος: «Μέχρι να έρθει η χάρη είμαστε ασταθείς σε όλα. Παρατηρήστε τον Πέτρο: Ομολογεί τη Θεότητα του Χριστού με τέτοια, όπως φαινόταν, ασάλευτη βεβαιότητα· αξιώνεται της θεωρίας του Θαβωρίου Φωτός και ακούει τη φωνή του Πατρός, που μαρτυρούσε για τον αγαπητό Υιό· υπόσχεται αμετάθετη πίστη προς τον Χριστό ακόμη και μέχρι θανάτου και πολύ γρήγορα στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της Γεθσημάνιας νύκτας, αλλάζει μικρόψυχα. Αν έτσι συνέβη με τον Πέτρο-«πέτρα», τότε εγώ τρομάζω. Δεν με εγκαταλείπει η συνείδηση της αδυναμίας μου, ωσότου διαβώ με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος τα τελευταία όρια· ωσότου μπω τελειωτικά στον χώρο του Φωτός, ξεφεύγοντας από το εξώτερο σκότος...
Ακόμη και στη Θεομήτορα η αποκάλυψη δόθηκε σταδιακά και όχι αμέσως, σε μία στιγμή. Αν πάρουμε ως αρχή την αποκάλυψη που Της δόθηκε κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού, τότε το τέλος της πρέπει να το τοποθετήσουμε στην εμφάνιση του Χριστού σε Αυτήν μετά την Ανάσταση, την Ανάληψή Του, και έπειτα την Κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Επιπλέον, ίσως και την ώρα της Κοιμήσεώς Της, έλαβε και νέα προσθήκη σε αυτό που γνώρισε προηγουμένως, και τότε προσέλαβε το πλήρωμα της Θείας Ζωής στο προσωπικό Της είναι» (Αρχιμ. Σωφρονίου, Το μυστήριο της χριστιανικής ζωής, σ. 44-45 και 67).
Η Παναγία, οι απόστολοι, ο Ζακχαίος, είχαν τις δυσκολίες τους.
Τις νίκησαν όμως, γιατί ήξεραν απ’ την αρχή ότι ακολουθούν τον μόνο αληθινό Θεό. Έστω κι αν δεν τον γνώριζαν τέλεια και σε βάθος εξ αρχής, έστω κι αν έβγαιναν εκ του βυθού της αγνοίας σταδιακά.
«Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου