«Λές ἀκόμα ὅτι στό σπίτι προσεύχεσαι πολύ καλύτερα, βιώνοντας μιά ἀπερίγραπτη πνευματική ἡδονή, καί διαπιστώνοντας τόν προσπορισμό μεγάλης πνευματικῆς ὠφέλειας. Ἐνῶ, ἀντίθετα, στήν ἐκκλησία δέν ἔχεις τόσο καρποφόρα προσευχή.
Δέν καταλαβαίνεις ὅτι αὐτό εἶναι μιά μεγάλη πλάνη, τροφοδοτημένη μάλιστα, ἀπό τήν ἴδια ἐκείνη δηλητηριασμένη πηγή, πού μαραίνει τήν ἠρεμία καί τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς σου;
Νά εἶσαι σίγουρος πώς ὅταν προσεύχεσαι μόνος σου, μ᾽ ἕνα τρόπο πού σέ γεμίζει γλυκύτητα καί σοῦ φέρνει ἀπολαυστικά δάκρυα, ὁ Θεός δέν ἱκανοποιεῖται. Ἡ γλυκύτητα καί τά δάκρυα, πού δέν συνοδεύονται ἀπό ἕνα βίωμα βαθύτατης ταπεινοφροσύνης, δέν εἶναι παρά πειρασμικά. Ἔχοντας, λοιπόν, ὑποκύψει στό σπίτι σ᾽ αὐτό τόν πειρασμό, καί μή βρίσκοντάς τον στήν ἐκκλησία, συμπεραίνεις, ὅτι σοῦ εἶναι ἄχρηστος ὁ ἐκκλησιασμός. Μετά ἀπ᾽ αὐτό, γιατί ἀπορεῖς πού γίνεσαι ἕρμαιο μιᾶς θανάσιμης καταθλίψεως; Μήν ἀμφιβάλλης ὅτι αὐτή ἡ κατάθλιψη εἶναι ὁ καρπός τῶν προσευχῶν σου στό σπίτι: Ὁ πειρασμός πρῶτα σέ ἐκτοξεύει ψηλά, στήν κορυφή τοῦ κύματος, κι ἔπειτα σέ καταποντίζει στά βάθη τῆς ἀβύσσου. Κι ἐσύ ἔχεις γίνει ἕνα πειθήνιο ὄργανό του, ἕνα παιχνιδάκι στά χέρια του. Γιατί; Ἐπειδή ἔχεις παγιδευθῆ στά δίκτυα τῆς κενοδοξίας.
Σοῦ συνιστῶ νά προσεύχεσαι μέ ἁπλότητα. Μήν προσδοκᾶς καί μήν ἐπιδιώκης νά δῆς μέσα σου κάποιους ἐντυπωσιακούς καρπούς ἤ “δῶρα” τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Θεώρησε τόν ἑαυτό σου ἀνάξιο γι᾽ αὐτά. Μόνο ἔτσι θά βρῆς τήν εἰρήνη.
Χρησιμοποίησε τήν ἄδεια, τήν παγερή, τή στεγνή προσευχή σου σάν τροφή γιά τήν ταπείνωση. Ἐπαναλάμβανε σταθερά:
“Εἶμαι ἀνάξιος! Κύριε, εἶμαι ἀνάξιος!”. Ἀλλά λέγε το ἤρεμα, χωρίς ταραχή. Αὐτή τήν ταπεινή προσευχή, ἀντίθετα μ᾽ ἐκείνη τήν ἀπολαυστική πού σ᾽ εὐχαριστεῖ, τήν ἀποδέχεται ὁ Θεός».
Δέν καταλαβαίνεις ὅτι αὐτό εἶναι μιά μεγάλη πλάνη, τροφοδοτημένη μάλιστα, ἀπό τήν ἴδια ἐκείνη δηλητηριασμένη πηγή, πού μαραίνει τήν ἠρεμία καί τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς σου;
Νά εἶσαι σίγουρος πώς ὅταν προσεύχεσαι μόνος σου, μ᾽ ἕνα τρόπο πού σέ γεμίζει γλυκύτητα καί σοῦ φέρνει ἀπολαυστικά δάκρυα, ὁ Θεός δέν ἱκανοποιεῖται. Ἡ γλυκύτητα καί τά δάκρυα, πού δέν συνοδεύονται ἀπό ἕνα βίωμα βαθύτατης ταπεινοφροσύνης, δέν εἶναι παρά πειρασμικά. Ἔχοντας, λοιπόν, ὑποκύψει στό σπίτι σ᾽ αὐτό τόν πειρασμό, καί μή βρίσκοντάς τον στήν ἐκκλησία, συμπεραίνεις, ὅτι σοῦ εἶναι ἄχρηστος ὁ ἐκκλησιασμός. Μετά ἀπ᾽ αὐτό, γιατί ἀπορεῖς πού γίνεσαι ἕρμαιο μιᾶς θανάσιμης καταθλίψεως; Μήν ἀμφιβάλλης ὅτι αὐτή ἡ κατάθλιψη εἶναι ὁ καρπός τῶν προσευχῶν σου στό σπίτι: Ὁ πειρασμός πρῶτα σέ ἐκτοξεύει ψηλά, στήν κορυφή τοῦ κύματος, κι ἔπειτα σέ καταποντίζει στά βάθη τῆς ἀβύσσου. Κι ἐσύ ἔχεις γίνει ἕνα πειθήνιο ὄργανό του, ἕνα παιχνιδάκι στά χέρια του. Γιατί; Ἐπειδή ἔχεις παγιδευθῆ στά δίκτυα τῆς κενοδοξίας.
Σοῦ συνιστῶ νά προσεύχεσαι μέ ἁπλότητα. Μήν προσδοκᾶς καί μήν ἐπιδιώκης νά δῆς μέσα σου κάποιους ἐντυπωσιακούς καρπούς ἤ “δῶρα” τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Θεώρησε τόν ἑαυτό σου ἀνάξιο γι᾽ αὐτά. Μόνο ἔτσι θά βρῆς τήν εἰρήνη.
Χρησιμοποίησε τήν ἄδεια, τήν παγερή, τή στεγνή προσευχή σου σάν τροφή γιά τήν ταπείνωση. Ἐπαναλάμβανε σταθερά:
“Εἶμαι ἀνάξιος! Κύριε, εἶμαι ἀνάξιος!”. Ἀλλά λέγε το ἤρεμα, χωρίς ταραχή. Αὐτή τήν ταπεινή προσευχή, ἀντίθετα μ᾽ ἐκείνη τήν ἀπολαυστική πού σ᾽ εὐχαριστεῖ, τήν ἀποδέχεται ὁ Θεός».
Από το βιβλίο του Οσίου Μακαρίου της Όπτινα:«Πνευματικές νουθεσίες»Εκδόσεις Ι.Μ.Παρακλήτου.σελ.170-171
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου