Είπε ότι τελειώνει, φεύγει. Ας έφευγε κι εκείνη να πάει επιτέλους στον Χριστό της. «Ἐννόησα ὅτι ἤγγικεν ἢ μᾶλλον ἦτο αὐτὸ τὸ τέλος τῆς ζωῆς μου καὶ ἐστράφην, ἵνα σταυρωθῶ καὶ νὰ παραδώσω εἰς τὸν Κύριον μοῦ τὸ πνεῦμα μου».
Τότε, ο Άγιος, ο αγαπητός της, πλὴν, πρὶν γι’ αυτήν, «πλὴν ὅμως, πρὶν προλάβω νὰ σχηματίσω τὴν πρώτην Κίνησιν τοῦ Σταυροῦ, βλέπω τὸν Ἅγιο Ἐφραὶμ σκυμμένον, ἐπάνω μου».
Ω, ώρα! Ω, χρώμα! Ω στιγμή! Καμία εποχή απ’ τις τέσσερις δεν είναι σαν την πέμπτη εποχή των Αγίων της ζωής.
«Ἀμέσως ἐγείρεται (σ.σ. ο Άγιος) καὶ ἀφοῦ ἔπαιρνε ἀναπνοή, μοῦ τὴν ἐκφυσοῦσε εἰς τὸν ὦμον, ὅπου ὑπάρχει ἀρτηρία συνδέουσα τὴν καρδίαν μας».
Έβλεπε, ως εκ θαύματος, την καρδιά της ανοικτή, «τελείως ἀνοικτή», έλεγε η Γερόντισσα.
Ήταν των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, 8 του Νοέμβρη κι έζησε. Πόσες φορές, την έσωσε. Πόσες φορές, την κοίταξε.
Κάθε φορά τ’ ουρανού τα χρώματα είναι ίδια και διαφορετικά. Κάθε φορά ίδια κι αλλιώτικα, την φρόντιζε στα χρώματα ο αγαπητός της.
Τα θαύματα * είναι πιο παλιά * απ’ τα χρώματα
Κ.γ.Π./
Αυτούσια θα βρείτε τη Μαρτυρία της Γερόντισσας στο ΟΠΤΑΣΙΑΙ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ, ΣΤ’ ΤΟΜΟΣ, Ιερά Μονή Ευαγγελισμός Θεοτόκου Όρος Αμώμων Αττικής, 1994, σ. 26